Μαμελούκος

Μαμελούκος
ο (Μ Μαμελοῡκος και Μαμαλοῡκος και Μαμουλοῡκος και Μαμουλούκης)
στον πληθ. οι Μαμελούκοι
σώμα στρατιωτικών δυνάμεων επανδρωμένων από δούλους, οι οποίες έθεσαν υπό τον έλεγχό τους διάφορα μουσουλμανικά κράτη κατά τον μεσαίωνα και εγκαθίδρυσαν δική τους δυναστεία στην Αίγυπτο και τη Συρία από το 1250 ώς το 1517.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αραβ. mamlūk «δούλος, σκλάβος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Αλή μπέης ο Έλληνας — (; – 1773).Μαμελούκος σουλτάνος της Αιγύπτου, ελληνικής καταγωγής. Γιος Έλληνα ιερέα από τη Μικρά Ασία, πουλήθηκε σκλάβος στους Μαμελούκους. Κατόρθωσε να κερδίσει την εύνοιά τους και, μετά τον εξισλαμισμό του, τον απελευθέρωσαν. Ο Α.μ., που ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Καΐτμπεης — (1468 – 1495).Μαμελούκος σουλτάνος της Αιγύπτου, που υπεράσπισε με γενναιότητα την ανεξαρτησία της χώρας του από τις κατακτητικές διαθέσεις των Τούρκων. Συγκρούστηκε με τον Οθωμανό σουλτάνο Βαγιαζήτ B’ και κατόρθωσε να γίνει κύριος των οχυρών… …   Dictionary of Greek

  • Καλαούν, Μανσούρ — (13ος αι.).Μαμελούκος σουλτάνος της Αιγύπτου (1279 90). Ο Κ. ήταν σκλάβος του σουλτάνου Μπαϊμπάρ, ο οποίος τον απελευθέρωσε για τη γενναιότητά του. Διαδέχθηκε τον Μπαϊμπάρ και το 1281 κατόρθωσε να συγκρατήσει τους Μογγόλους πέρα από τον Ευφράτη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”